-
1 μελανο-κάρδιος
μελανο-κάρδιος, schwarzes Herzens, grausam, schrecklich, Στυγὸς πέτρα, Ar. Ran. 471.
-
2 μελανοκαρδιος
-
3 μελανοκάρδιος
μελᾰνο-κάρδιος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μελανοκάρδιος
-
4 ἀποῤ-ῥώξ
ἀποῤ-ῥώξ, ῶγος, abgerissen, schroff, προβλῆτες ἀκταὶ ἀπορρωγες Od. 13, 98; Στυγὸς ὕδατος ἀπορρώξ, ein Arm der Styx, Iliad. 2, 755 Od. 10, 514; ἀμβροσίης καὶ νέκταρος ἀπορρώξ, gleichsam ein Stück Ambrosia und Nektar, Od. 9, 359; – ἄκρη ἀπ. Apollond. 26 (VII, 693); πέτρα Xen. An. 6. 2, 3; Pol. 5, 59, 6 u. sonst; ohne πέτρα, ἡ, der steile Fels, 3, 54, 7; vgl. D. Sic. 14, 116 u. Jacobs zu Philostr. p. 497; Sproß, Ἐρινύων, Furiengezücht, Ar. Lys. 811; Χαλδαίων Orph. frg. 2, 23.
-
5 απορρωξ
I- ῶγος adj. обрывистый, крутой(ἀκταί Hom.; πέτρα Xen.; κρημνός Plut.; ἄκρη Anth.)
II- ῶγος ἥ1) обрывистая скала, обрыв Polyb.2) ответвление реки, рукав(Στυγὸς ὕδατος Hom., Plut.)
3) кусок, (подлинная) часть, отпрыск(ἀμβροσίης καὴ νέκταρος Hom.; Ἐρινύων Arph.; δίης φρενός Luc.)
-
6 ἀπορρώξ
A broken off, abrupt, sheer, precipitous,ἀκταί Od.13.98
;πέτρα X.An.6.4.3
, cf. Arist.HA 611a21, Call.Lav.Pall.41.2 Subst., cliff, precipice, Plb.7.6.3, etc.;ἀκμή AP7.693
(Apollonid.); abyss, J.BJ1.21.3.II fem. Subst., piece broken off, Κώκυτός θ' ὃς δὴ Στυγὸς ὕδατός ἐστιν ἀ. branch of the Styx, Od.10.514, cf. Il. 2.755; ἀλλὰ τόδ' ἀμβροσίης καὶ νέκταρός ἐστιν ἀ. is an efflux, a distillation of nectar (ἀπόσταγμα Hsch.
), Od.9.359; ἀ. Ἐρινύων limb of the Furies, Ar.Lys. 811 (lyr.); ἡ δὲ προφητείη δίης φρενός ἐστιν ἀ. Orac. ap. Luc.Alex.40; μελέων ὀλίγη τις ἀ. some small portion of melody, AP7.571 (Leont.); ἀ. δραχμαίη portion of a drachm's weight, Nic.Th. 518;ἀπορρῶγες σπλάγχνου Aret.SD1.10
; ἀπορρὼξ τῆς πόλεως, of Samos, Demad. ap. Ath.3.99d;μουνογενής τις ἀ. φύλου ἄνωθεν Χαλδαίων Orph.Fr.247.23
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπορρώξ
См. также в других словарях:
Άδης — Ο θεός του Κάτω Κόσμου και ο Κάτω Κόσμος. Ο θεός Ά. ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, που πήρε μερίδιό του τον Κάτω Κόσμο, όταν έγινε η διανομή της εξουσίας του κόσμου, μετά τον πόλεμο των θεών με τους Τιτάνες. Οι αδελφοί του, Ζευς και Ποσειδών … Dictionary of Greek